Παρασκευή 22 Απριλίου 2011

Προσδοκώ ανάσταση ζώντων

Της Ηλέκτρας

Σύνθημα στην Στουρνάρη:

Alexis Vive. Labros Vive.

I MORTI SIETE VOI


Ζωντανός:επίθ α / θ / ουδ ζωντανός, ζωντανή,ζωντανό

1 που ζει

Πχ: ζωντανός οργανισμός

2 που έχει πολλή ενέργεια

Πχ: ζωντανός άνθρωπος

3 φωτεινός, έντονος

Πχ: ζωντανό χρώμα

Η περίπτωση μας αφορά στο παράδειγμα 2. Είναι το κλισέ «αυτός έχει ξεχάσει να ζει».

Ξεχάσαμε τη χαρά του να προσφέρεις. Όχι απαραίτητα πασχαλινά δώρα, αλλά αγκαλιές, χαμόγελο, όραμα. Μπορεί να ακούγεται ρομαντικό, αλλά χωρίς αυτά, ο κόσμος δεν αλλάζει.

Έχουμε ξεχάσει την ευγένεια. Δεν λέω, οι Πακιστανοί στα φανάρια είναι κάποιες φορές ενοχλητικοί, αλλά η εικόνα του να βρίζει ένας νεόπλουτος από το Cayenne του στον άμοιρο που θέλει να του καθαρίσει τα τζάμια, είναι αήθης, πιο απλά άκαρδη.

Έχουμε ξεχάσει να παρατηρούμε τους γύρω μας. Μια γυναίκα ψάχνει στον κάδο των σκουπιδιών για να βρει κάτι να φάει. Μετά από ώρα, εντοπίζει κάτι άδεια γυάλινα μπουκάλια από γάλα και τα βάζει ένα-ένα στο στόμα της περιμένοντας να στάξει μια σταγόνα. Κανείς από τους περαστικούς δεν της δίνει σημασία.

Χάνουμε τον εαυτό μας και το πιο δυσάρεστο είναι πως το έχουμε συνηθίσει.

Έγινε η απώλεια συνήθεια μας- κάποιοι όμως ακόμα προσδοκούν να αναστηθούν.

ΥΓ: Και λέει ο ποιητής προφητικά:

...Οι νέοι έξαλλοι θ' ακολουθούν

με στίχους χωρίς ύμνους

ούτε υποταγή στην τρομερή εξουσία

Πάλι σας δίνω όραμα.

(Μ. Κατσαρού, "Όταν")

http://www.topontiki.gr/article/15963


Παρασκευή 15 Απριλίου 2011

Κατάντια συνοδεία ποίησης

Πλατεία Κάνιγγος, πρωί Τετάρτης.

Στίχος του Ελύτη «Θεέ μου, τι μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε!» είναι αναρτημένος στη στάση των λεωφορείων, αλλά μόνο γκρι βλέπεις τριγύρω.

Ο ποιητής συνεχίζει να προτρέπει στην επόμενη στάση «Κάνε άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά», αλλά κανείς δεν τον ακούει. Άστεγος κοιμάται μέσα σε ένα χαρτόκουτο, ένας σκύλος του κάνει παρέα, βιαστικοί περαστικοί με κινητά στο αυτί, τσάντα εργασιακή και σομόν εφημερίδες, συνεχίζουν τη πορεία τους.

Στόχος της σουρεαλιστικής καμπάνιας που γίνεται από την 21 Μαρτίου (Παγκόσμια Ημέρα της Ποίησης) είναι να «ταξιδεύουν» οι Αθηναίοι με στίχους του Ελύτη, κάνοντας τη βόλτα τους σε Αθήνα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας.

Και καλά, ο πολίτης που ζει στη Μυτιλήνη (γενέτειρα του Ελύτη) άντε να μπορεί να «ταξιδέψει». Άλλωστε τριγύρω του υπάρχει θάλασσα, καθαρός αέρας και πράσινο.

Ο Αθηναίος πως μπορεί;
Έχουμε καταδικαστεί να ζούμε σε μια αβίωτη πόλη, που εμείς οι ίδιοι δημιουργήσαμε. Οι δικαιολογίες «εδώ υπάρχει νυχτερινή διασκέδαση», «είναι μια ιστορική πόλη» «εδώ υπάρχει πολιτισμός» δεν μετράνε πια.

Και όχι γιατί δεν ισχύουν τα παραπάνω, αλλά επειδή για να μπορείς να επικαλείσαι την ιστορία σου, πρέπει να τη μιμείσαι κιόλας. Οφείλεις να κορδώνεσαι για τον Ελύτη, αν τον έχεις διαβάσει. Οφείλεις να περηφανεύεσαι για τον πολιτισμό σου, όταν έχεις μια πόλη που να ναι ανθρώπινη. Οφείλεις να βαυκαλίζεσαι για την ποιότητα ζωής του Έλληνα, όταν δεν πετάς το εισιτήριο του λεωφορείου κάτω. Γιατί και αυτό, μορφή πολιτισμού είναι.

«Θυμάσαι πως ήταν η Ομόνοια και πως την κάνανε;», είναι μια ρητορική ερώτηση που συχνά διατυπώνεται σε συζητήσεις. Δεν την καταντήσανε μόνο αυτοί, αλλά και όλοι μας.

Γιατί δεν σεβόμαστε ούτε αγαπάμε την πόλη μας.

«Κάπου ανάμεσα Τρίτη και Τετάρτη πρέπει να παράπεσε η αληθινή μας μέρα…»



www.topontiki.gr

Κατάντια συνοδεία ποίησης

Πλατεία Κάνιγγος, πρωί Τετάρτης.

Στίχος του Ελύτη «Θεέ μου, τι μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε!» είναι αναρτημένος στη στάση των λεωφορείων, αλλά μόνο γκρι βλέπεις τριγύρω.

Ο ποιητής συνεχίζει να προτρέπει στην επόμενη στάση «Κάνε άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά», αλλά κανείς δεν τον ακούει. Άστεγος κοιμάται μέσα σε ένα χαρτόκουτο, ένας σκύλος του κάνει παρέα, βιαστικοί περαστικοί με κινητά στο αυτί, τσάντα εργασιακή και σομόν εφημερίδες, συνεχίζουν τη πορεία τους.

Στόχος της σουρεαλιστικής καμπάνιας που γίνεται από την 21 Μαρτίου (Παγκόσμια Ημέρα της Ποίησης) είναι να «ταξιδεύουν» οι Αθηναίοι με στίχους του Ελύτη, κάνοντας τη βόλτα τους σε Αθήνα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας.

Και καλά, ο πολίτης που ζει στη Μυτιλήνη (γενέτειρα του Ελύτη) άντε να μπορεί να «ταξιδέψει». Άλλωστε τριγύρω του υπάρχει θάλασσα, καθαρός αέρας και πράσινο.

Ο Αθηναίος πως μπορεί;
Έχουμε καταδικαστεί να ζούμε σε μια αβίωτη πόλη, που εμείς οι ίδιοι δημιουργήσαμε. Οι δικαιολογίες «εδώ υπάρχει νυχτερινή διασκέδαση», «είναι μια ιστορική πόλη» «εδώ υπάρχει πολιτισμός» δεν μετράνε πια.

Και όχι γιατί δεν ισχύουν τα παραπάνω, αλλά επειδή για να μπορείς να επικαλείσαι την ιστορία σου, πρέπει να τη μιμείσαι κιόλας. Οφείλεις να κορδώνεσαι για τον Ελύτη, αν τον έχεις διαβάσει. Οφείλεις να περηφανεύεσαι για τον πολιτισμό σου, όταν έχεις μια πόλη που να ναι ανθρώπινη. Οφείλεις να βαυκαλίζεσαι για την ποιότητα ζωής του Έλληνα, όταν δεν πετάς το εισιτήριο του λεωφορείου κάτω. Γιατί και αυτό, μορφή πολιτισμού είναι.

«Θυμάσαι πως ήταν η Ομόνοια και πως την κάνανε;», είναι μια ρητορική ερώτηση που συχνά διατυπώνεται σε συζητήσεις. Δεν την καταντήσανε μόνο αυτοί, αλλά και όλοι μας.

Γιατί δεν σεβόμαστε ούτε αγαπάμε την πόλη μας.

«Κάπου ανάμεσα Τρίτη και Τετάρτη πρέπει να παράπεσε η αληθινή μας μέρα…»



www.topontiki.gr